ουδαμοθι

ουδαμοθι
    οὐδαμόθι
    οὐδᾰμό-θῐ
    adv. ион. = οὐδαμοῦ См. ουδαμου

Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. . 1958.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Смотреть что такое "ουδαμοθι" в других словарях:

  • ουδαμόθι — οὐδαμόθι (Α) ιων. τ. επίρρ. σε κανένα μέρος («οὐδαμόθι πάσης τῆς Εὐρώπης», Ηρόδ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < οὐδαμός + επιρρμ. κατάλ. θι (πρβλ. μηδαμό θι)] …   Dictionary of Greek

  • οὐδαμόθι — nowhere ionic (indeclform adverb) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • αμός — (I) ἁμὸς και ἀμός, ή, όν και αιολ. ἄμμος, η, ον αντί τού ἡμέτερος και συχνά αντί τού ἐμός. [ΕΤΥΜΟΛ. Βραχύτερος τ. αντί ημέτερος (πρβλ. ὑμὸς αντί ὑμέτερος, σφὸς αντί σφέτερος). Στον Όμηρο αντί τού ἁμὸς χρησιμοποιείται συχνότερα η πληρέστερη μορφή… …   Dictionary of Greek

  • ՈՒՐԵՔ — ( ) NBH 2 0560 Chronological Sequence: Early classical, 5c, 6c, 8c, 10c մ. ՈՒՐԵՔ եւ ՈՉ ՈՒՐԵՔ. ποῦ alicubi, sicubi, aliquo եւ οὑδαμόθι nullibi եւն. (ի բառիցս Ուր, եւ ոք, իք, ինչ.) Որպէս Ի տեղի ինչ. կամ յոչինչ տեղի. ի տեղւոջ իմիք, կամ յոչ իմիք… …   հայերեն բառարան (Armenian dictionary)


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»